www.acapus.com Greek         Αγγλικά Last updated 23/12/2004    
    

    

Photo Album
Αναζήτηση

         
  
  
Γ ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΑΘΩΝΙΚΗΣ ΧΕΡΣΟΝΗΣΟΥ (2.Παλαιοχριστιανική και πρώτη βυζαντινή περίοδος)

Με τη διαίρεση τής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας σε θέματα από το Μεγάλο Κωνσταντίνο (324-337) η Αθωνική χερσόνησος εντάχθηκε στο Ιλλυρικό, που κι εκείνο αργότερα (379) χωρίστηκε, όπως είναι γνωστό, στο Ανατολικό και στο Δυτικό. Η περιοχή του 'Aθω βρέθηκε και πάλι στα όρια του Ανατολικού, το οποίο στην αρχή μεν υπαγόταν στη δικαιοδοσία του επισκόπου Ρώμης, μετέπειτα όμως προσαρτίσθηκε το 421 για λίγο διάστημα και οριστικά πλέον από την εποχή του Λέοντα του 'Ισααου (716-741)- στον επίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως. Ήδη όμως κατά την περίοδο αυτή οι κάτοικοι της χερσονήσου είχαν πλέον ολιγοστέψει αρκετά από τους πολέμους και τις βαρβαρικές επιδρομές και η παρουσία τους στον δημόσιο βίο ήταν σχεδόν ασήμαντη. τούτο συμπεραίνεται και από τη σιωπή των ιστορικών και από την έλλειψη συγχρόνων μνημείων στην περιοχή. Έτσι προς το παρόν τουλάχιστον σκότος καλύπτει τα της χερσονήσου του 'Aθω από τον 10ο μέχρι και τον 7ο αιώνα. 'Aγνωστος ειδικότερα παραμένει ο ακριβής χρόνος πού διαδόθηκε στον 'Aθω ή νέα πίστη, καθώς και η εποχή που εμφανίστηκε, αναπτύχθηκε και διαδόθηκε εκεί η μοναχική ζωή. Ούτε και η άλλη πολιτιστική και οικονομική κατάσταση της περιοχής κατά την ίδια περίοδο είναι σήμερα γνωστή.
   Το δυσκολογεφύρωτο αυτό χάσμα που παρουσιάζει η ιστορία της χερσονήσου του 'Aθω από την πρωτοχριστιανική εποχή μέχρι και το εικονομαχικό κίνημα έρχονται να το καλύψουν ευσεβείς παραδόσεις και εικασίες που περιέχονται σε διάφορα αγιορείτικα χειρόγραφα που χρονολογούνται από τον 15ο αιώνα και εξής. Πρόκειται για μερικά ανώνυμα η επώνυμα ιστορήματα και άλλα έγγραφα, που αναφέρονται στα Πάτρια του Όρους και που για να θεωρηθούν αυθεντικά και έγκυρα παρουσιάστηκαν πώς προέρχονται τάχα από το επίσημο τυπικό της Αθωνικής μοναστικής Πολιτείας, το γνωστό Τράγο. Από τις πλούσιες αυτές παραδόσεις που δεν τεκμηριώνονται βέβαια ιστορικά παραθέτουμε σύντομα τις πιο αξιόλογες:
   Σε πολλούς αγιορειτικούς και άλλους κώδικες διατηρείται παράδοση με ποικίλες παραλλαγές, σύμφωνα με την οποία η Θεοτόκος και ο ευαγγελιστής Ιωάννης σαν συνοδός της περιέπλεαν τον 'Aθω λίγο χρόνο μετά την Ανάσταση του Χριστού, όταν πήγαιναν προς την Κύπρο για να επισκεφθούν το Λάζαρο. Ύστερα όμως από σφοδρή θαλασσοταραχή αναγκάστηκαν ν' αποβιβα σθούν στον δρόμο που βρίσκεται σήμερα ή μονή των 'Ιβήρων.
   Αν και ο τόπος ήταν "κατείδωλος", όμως η Παναγία τον θαύμασε και στη συνέχεια ζήτησε από τον Υιόν της να της τον προσφέρει σαν χάρη. Μετά δέ από σχετική προσευχή άκουσε φωνή να της λέγει: "Έστω ο τόπος ούτος κλήρος σός και περιβόλαιον σόν και Παράδεισος, έτι δέ και λιμήν σωτηρίας των θελόντων σωθήναι".
   Από τότε η θεία μορφή της απλώθηκε σε ολόκληρη τη χερσόνησο, η οποία και καθιερώθηκε έκτοτε σαν "κλήρος" και "περιβόλι" δικό της. Για το λόγο αυτό τιμήθηκε ιδιαίτερα από τους άζυγους οικιστές του 'Aθω. Αργότερα, συνεχίζει η ίδια παράδοση, έφθασε στον τόπον εκείνον ο επίσκοπος των Ιεροσολύμων Κλήμης (3ος αιώνας), κήρυξε τον Χριστιανισμό και ίδρυσε ομώνυμο ναϋδριο. Στην παράδοση αυτή μπορεί να διακρίνει κανείς τα πρώτα στοιχεία που ερμηνεύουν την ιδιαίτερη τιμή των αγιορειτών μοναχών προς τη Θεοτόκο.
   Μια άλλη παράδοση λέγει ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος θέλησε να κτίσει την πρωτεύουσα του νέου κράτους του κοντά στον Ακάνθιο ισθμό. Εγκατέλειψε όμως το σχέδιο του αυτό, ύστερα από την επέμβαση κάποιου επισκόπου και ανεχώρησε άφου έκτισε τρείς ναούς στις θέσεις που βρίσκονται σήμερα το Πρωτάτο και οι μονές Ιβήρων και Βατοπεδίου.
   Αντίθετα και η αρχική μονή Βατοπεδίου, σύμφωνα με μια άλλη παράδοση, θεωρείται κτίσμα του ίδιου αυτοκράτορα. Την κατέστρεψε ομως ο Ιουλιανός ο Παραβάτης και την επανέκτισε αργότερα ο Μέγας Θεοδόσιος για τον εξής λόγο: Ενώ έπλεε ο γιος του, Αρκάδιος από τη Ρώμη στην Κωνσταντινούπολη ναυάγησε στις απότομες ακτές του 'Aθω. Δεν πνίγηκε όμως χάρη στην επέμβαση της Παναγίας. Θαυματουργικά μεταφέρθηκε στην παραλία, κοντά σ' ένα βάτο, όπου και τον βρήκαν να κοιμάται ήσυχα. Από εκεί και η ονομασία "Βατοπαίδιον".
   'Aλλες παραδόσεις επίσης αποδίδουν στον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο τον Μέγα και το γιο του Κώνστα την ίδρυση της μονής Κωνσταμονίτου (4ος αιώνας) και άλλες παρουσιάζουν τη Βασίλισσα Πουλχερία, τη θυγατέρα του 'Αρκαδίου, αδελφή του Θεοδοσίου του Μικρού και σύζυγον του Μαρκιανού ως πρώτη κτιτόρισσα των μονών Ξηροποτάμου και Εσφιγμένου.
   Διατηρείται ακόμη παράδοση σύμφωνα με την οποία ο Κωνσταντίνος ο Πωγωνάτος (668-685) μετέφερε τους κατοίκους του Όρους, τους γνωστούς με το όνομα Τζακωνίτες ή Τσάκωνες στην Πελοπόννησο και παραχώρησε τη χερσόνησο στους μοναχούς.
   Αν και οι παραπάνω ευσεβείς παραδόσεις και οι παρόμοιες προς αυτές δημιουργήθηκαν καθαρά για λόγους γοήτρου, όπως εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς, και συνεπώς δεν αντέχουν σ' ένα κριτικό έλεγχο, εν τούτοις στο σύνολο τους νομίζουμε ότι καταλήγουν στο ακόλουθο ασφαλές συμπέρασμα: Ότι η διάδοση του χριστιανισμού στην περιοχή του 'Aθω είχε συντελεστεί ήδη κατά την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου (324-337) και ότι η μοναχική ζωή άρχισε να αναπτύσσεται εκεί από το τέλος του 5ου αιώνα.
   Την πρώτη θέση ενισχύουν οι παλαιοχριστιανικές βασιλικές που πρόσφατα ανακαλύφθηκαν στη γειτονική Θάσο και ανήκουν μια στην Κωνσταντίνεια εποχή, άλλες στον 5ο και άλλες στον 6ο αιώνα. Ο ίδιος ακόμη συσχετισμός μπορεί να γίνει και με τις μεγάλες παλαιοχριστιανικές βασιλικές των γειτονικών πόλεων του 'Aθω, δηλαδή των Φιλίππων και της Θεσσαλονίκης (5ος και 6ος αιώνας), των οποίων το μέγεθος και η δόμηση φανερώνουν ανεπτυγμένο οπωσδήποτε χριστιανικό βίο. Εξάλλου στις πόλεις αυτές δίδαξε, όπως είναι γνωστό, τη νέα πίστη ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος, (Πράξ. 16, 10-40, 17, 1-9). Πως λοιπόν ήταν δυνατόν να μην είχε διαδοθεί ο χριστιανισμός στην Αθωνική χερσόνησο από τον 3ο ήδη αιώνα ή και παλαιότερα, αφού στις γειτονικές του Όρους πόλεις των Φιλίππων και της Θεσσαλονίκης είχε ακουσθεί το αποστολικό κήρυγμα και ιδρύθηκαν σ' αυτές τον 5ο και τον 6ο αιώνα μεγαλοπρεπείς βασιλικές, που διατηρούνται ολόκληρες η τμηματικά μέχρι σήμερα και που προϋποθέτουν παλαιότερη παράδοση και αφού ακόμη στην πιο κοντινή Θάσο ανακαλύφθηκε και Κωνσταντίνεια βασιλική;
   Τη δεύτερη θέση που αναφέρεται στην εξάπλωση της μοναχικής ζωής επικουρεί το γεγονός ότι τον 5ο αιώνα παρουσιάζεται οργανωμένη η μοναχική ζωή στην επίσης γειτονική του Όρους Ήπειρο. Αλλά και στην χερσόνησο του 'Aθω είχαν αρκετά αραιώσει οι κάτοικοι κατά την εποχή εκείνη, επειδή είχαν καταστραφεί οι Αθωνικές πόλεις, άρα ο τόπος ήταν τότε πρόσφορος για μια ερημική ζωή. Η εμφάνιση επίσης και η εξάπλωση των, Αράβων στις ανατολικές και τις νότιες χώρες της βυζαντινής αυτοκρατορίας διέλυσε πάμπολλα μοναστικά κέντρα που υπήρχαν σ' αυτές, από τα οποία απομακρύνθηκαν οι μοναχοί και ζήτησαν νέους τόπους για να συνεχίσουν την άσκηση τους. Οι πολλές ακόμη παραδόσεις "περί μεταβάσεων" στον 'Aθω διαφόρων εικόνων, κατά την περίοδο της εικονομαχίας, όπως π.χ. της Πορταίτισσας των Ιβήρων, της Γλυκοφιλούσας του Φιλοθέου, του Αγίου Στεφάνου του Κωνσταμονίτου και άλλων, προκειμένου να αποφύγουν το μίσος των εικονομάχων προϋποθέτουν αναπτυγμένη παράδοση δύο περίπου αιώνων. Εάν το πράγμα έχει έτσι, όπως νομίζουμε, τότε φθάνουμε στον 5ο αιώνα, στον οποίο τοποθετείται η πρώτη εξάπλωση της μοναχικής ζωής στην Αθωνική χερσόνησο.
   Γραπτή μαρτυρία για την ύπαρξη μοναχών στο 'Αθω μας παρέχει ο Βυζαντινός ιστορικός Ιωσήφ Γενέσιος (10ος αιώνας). Μας πληροφορεί ότι μεταξύ των άλλων που έλαβαν μέρος στη σύνοδο που συγκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 843 από την αυτοκράτειρα Θεοδώρα για την αποκατάσταση των εικόνων ήταν και Αθωνίτες μοναχοί.
   Το ότι δεν υπάρχουν παλαιότερες μαρτυρίες για τη μοναχική ζωή στον 'Aθω αυτό, νομίζουμε, οφείλεται στο χαρακτήρα πού είχε ο μοναχικός βίος από το τέλος του 5ου έως τις αρχές του 8ου αιώνα τότε, όπως είναι γνωστό, ο μοναχισμός ήταν ακόμη ανοργάνωτος και ασυστηματοποίητος, είχε δηλαδή ερημιτική και μάλιστα σπηλαιώδη μορφή.
Για την περίοδο πάλι της εικονομαχίας (726-780, 8 Ι 3-843) η σιωπή οφείλεται στη φυγή των μοναχών προς την έρημο και στην προσπάθειά τους να κρύβονται από τους διώκτες τους εικονοκλάστες.
   Στα μέσα του 9ου αιώνα έδρασαν στην περιοχή του 'Aθω δύο εξέχουσες μοναχικές μορφές: Πέτρος ο Αθωνίτης και Ευθύμιος ο Θεσσαλονίκης. Οι προσωνυμίες "Αθωνίτης" και "Θεσσαλονίκης" δόθηκαν σε μεταγενέστερες εποχές. Και οι δυο, ύστερα από πολλές περιπέτειες, έζησαν μοναχική ζωή, αλλά διαφορετικού τύπου. Ο Πέτρος ο Αθωνίτης, παλαιός αξιωματικός από την Κωνσταντινούπολη, παρέμεινε πενήντα τρία ολόκληρα χρόνια σ' ένα σπήλαιο προς το άκρο της χερσονήσου (ερημιτικός βίος) ο Ευθύμιος ο Θεσσαλονίκης ίδρυσε λαύρα κοντά στα σημερινά Βραστά (κοινοτικός βίος).
   Λίγες δεκαετίες αργότερα οι μοναχοί που ζούσαν στην περιοχή του Ισθμού άρχισαν σταδιακά να προχωρούν στα ενδότερα της χερσονήσου. Έκτισαν μικρές ξύλινες καλύβες γύρω από ένα μεγαλύτερο πέτρινο ναό, το Κυριακό. Κάθε καλύβα στέγαζε μικρόν αριθμό μοναχών, οι οποίοι τελούσαν κάτω από την πνευματική και διοικητική εποπτεία του Γέροντα, προσώπου δηλαδή που διακρινόταν στην αρετή, στη σύνεση και στη σοφία. Πολλά κελλιά καλύβες μαζί που ήταν ανεξάρτητα μεταξύ τους αποτελούσαν τη λαύρα. Οι Γέροντες των κελιών μιας λαύρας συγκροτούσαν συνάξεις τρεις φορές το χρόνο κάτω από την προεδρεία του "Πρώτου", στις εορτές των Χριστουγέννων, του Πάσχα και της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
    Ο "Πρώτος" διοικούσε τους μοναχούς του δικού του κελλίου, επόπτευε όμως παράλληλα και προστάτευε και τα άλλα κελιά της περιοχής του.
   Πρώτες λαύρες μνημονεύονται δύο. η γνωστή και ως μονή του Κλήμεντος που ήταν κοντά στη σημερινή μονή Ιβήρων και "ή επί του Ζυγού", δηλαδή εκείνη που βρισκόταν στην ομαλή περιοχή από τον λαιμό τής χερσονήσου προς το μέσον της, η οποία ήταν και η σπουδαιότερη. Εκεί είχε διαμορφωθεί και το κέντρο των μοναχών, η γνωστή Καθέδρα των Γερόντων, η οποία ήδη το 934 σε χρυσόβουλλο Ρωμανού του Λεκαπηνού ονομάζεται "αρχαία", άρα πρέπει να συγκροτήθηκε στις αρχές του 9ου αιώνα.
   Έκτοτε οι μοναχοί εισχωρούν σταδιακά προς το άκρο της χερσονήσου, ιδρύουν λαύρες και λίγο αργότερα και μονές, όπου συγκεντρώνονται πολυάριθμοι νέοι οικιστές.
   Η νέα αυτή κατάσταση φαίνεται ότι αποδυνάμωσε την Καθέδρα των Γερόντων και ο Πρώτος μετέφερε τότε την Έδρα του στην Μέση που ήταν στα ενδότερα και που ονομάστηκε αργότερα (1lος αιώνας) Καρυές από τα πολλά καρυόδενδρα που αναπτύσσονται εκεί όπου ίδρυσε νέα λαύρα. Σιγά σιγά η εποπτεία του Πρώτου της λαύρας των Καρυών αναγνωρίσθηκε και από τις διοικήσεις και των άλλων λαυρών, Έτσι ο Πρώτος της Λαύρας της Μέσης Καρυών έγινε Πρώτος ολόκληρης της, Αθωνικής χερσονήσου και ο τίτλος του αυτός διατηρήθηκε μέχρι τον 14ο αιώνα.
   Στο μεταξύ είχε εισαχθεί στην περιοχή του κοινοβιακό σύστημα ζωής από τον Ιωάννη Κολοβό, μαθητή του Ευθυμίου του Θεσσαλονίκης, ο οποίος, αφού ίδρυσε μονή στα Σιδηροκαύσια κοντά στην σημερινή Ιερισσό, κατόρθωσε να εκδοθούν υπέρ αυτής επίσημα έγγραφα, το αρχαιότερο από αυτά (872) αλλά μη σωζόμενο σήμερα είναι ένα αυτοκρατορικό χρυσόβουλλο του Βασιλείου του Α' του Μακεδόνος (867-886), με το οποίο οι μοναχοί της μονής αναγνωρίζονται κύριοι της περιοχής και προστατεύονται από τις ενοχλήσεις των γειτόνων και μάλιστα κληρικών.
Το δεύτερο αυτοκρατορικό έγγραφο είναι ένα χρυσόβουλλο του ίδιου αυτοκράτορα (874), από το οποίο παραθέτουμε παρακάτω σε μετάφραση τα ακόλουθα: "Για κείνους που προτιμούν την ερημική ζωή και φροντίζουν να παραμένουν μόνοι στο λεγόμενο Όρος 'Aθω μέσα σε ευτελείς σκηνές, τις οποίες οι ίδιοι ετοποθέτησαν (ετσι), ώστε να μη συγχρωτίζονται και να μην επηρεάζονται από τους πλησιέστερους κατοίκους, με τους οποίους γειτονεύουν, αλλά να εκτελούν ήσυχα και ατάραχα τις σκέψεις των λογισμών τους, Θεοσυνέργητος Βασιλεία μας θεώρησε δίκαιο, όπως με το παρόν χρυσόβουλλον τους εξασφαλίσει αθόρυβο και ατάραχο βίο για να εύχονται υπέρ της γαληνότητος μας και υπέρ παντός συστήματος των χριστιανών,.. και μη τους επηρεάσει κανείς... ούτε να εισέρχονται στον 'Aθω μερικοί από εκείνους που είναι ποιμένες με τα ποίμνία τους και βουκόλοι μετά τα βουκόλιά τους ...". Στο έγγραφο αυτό δεν μνημονεύονται ούτε "μοναστήρια" με τη μεταγενέστερη έννοια ούτε το "'Aγιον Όρος" ως όρος αγίων.
   Με μεταγενέστερο χρυσόβουλλο του Λέοντα του Σοφού (886 - 912) τιμωρήθηκαν μοναχοί τής μονής Κολοβού γιατί έδειξαν αρπακτικές διαθέσεις. Οριακές έξ άλλου διαφορές μεταξύ μοναχών και κατοίκων της περιοχής της Ιερισσού ρυθμίστηκαν με χρυσόβουλλο του Κωνσταντίνου του Ζ του Πορφυρογέννητου (913 - 959).
   Την εποχή αυτή φαίνεται ότι είχαν ιδρυθεί και διάφορα μονύδρια, όπως του Ξηροποτάμου, των Ιβήρων, του Ζωγράφου, κ.α. Στα μονύδρια αυτά, που εμφάνιζαν τη μορφή αναπτυγμένου κελιού και είχαν διοικητική αυτοτέλεια, ζούσαν 8-15 συνήθως μοναχοί, οι οποίοι ακολουθούσαν το κοινοβιακό σύστημα ζωής. Αυτά τα μονύδρια διευρύνθηκαν αργότερα και αποτέλεσαν τις ομώνυμες μονές, για τις οποίες θα γίνει παρακάτω λόγος.


Επισκεφθείτε το Άγιον Όρος
Β΄ Μέρος...ραδιοφωνικοί σταθμοί.

 


Περισσότερα >>