Στενή και τεθλιμένη οδός
Τὶς συμπληγάδες τῆς ζωῆς, ποιὸς θὰ ἀναχαιτίσῃ
καὶ τὸ στρατὶ τὸ θλιβερὸ, ποιὸς θὰ ἀνηφορίσῃ;
Εἶσαι Ἐσὺ γιὰ μᾶς Χριστὲ, ἡ ἀλήθεια, ἡ ζωή,
καὶ κάλεσμα σωτήριο, ἐμφύσημα, πνοή.
Ἡ αὔρα ποὺ δροσίζει, ἀνάψυξις ψυχῶν,
ἡ ἔνθεος ἡ δρόσος, σβήσιμο τῶν φλογῶν,
ποὺ κατακαίουν τὴν ψυχὴ, ὅταν θὰ ἁμαρτήσῃ,
χαρίζεις τὴ μετάνοια, γίνεσαι νᾶμα, βρύση.
Πύργωμα ἀδιάσειστο, θεμέλιο ἀρραγές,
λίθος ὁ κραταιότατος, στηρίζεις τὶς ψυχές,
ποὺ σ᾿ ἔχουνε γιὰ ἔρεισμα, γιὰ σταθερὰ ἐλπίδα,
σ᾿ ἔχουν γιὰ φάρο φαεινό, ἀνεξάλειπτη σφραγίδα.
Τὴ λεωφόρο τὴν πλατειά, νὰ μὴν ἀκολουθήσω,
καὶ ἁμαρτία ζοφερὴ, κάνε μὲ νὰ μισήσω.
Μετέωρο οὐράνιο, γίνου στὴν ὕπαρξὴ μου
καὶ ἆσμα λιγυρόφθογγο, παντοτιν᾿ ἐκλογὴ μου.
Τὸν πάντερπνο Παράδεισο, ποὺ ἔφτιασες γιὰ μένα,
ἀξίωσε νὰ τὸν γευτῶ, νὰ γίνῃ θεῖο θρέμμα,
νὰ τρέφομαι παντοτινά, ἀπὸ τὶς ἀπολαύσεις,
μὴ μὲ στερήσῃς Κύριε, ἀπὸ τὶς ἀναπαύσεις.